Γιατί πάω στον Αλλεργιολόγο για τις αλλεργίες μου;
- Γράφτηκε από τον/την Μαρία Τριγώνη
Το ερώτημα μοιάζει ρητορικό και η απάντηση προφανής. Είναι όμως έτσι; Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι θα πετύχουν απλά μια καλύτερη διαχείριση των θεραπειών που πιθανώς έλαβαν στο παρελθόν και από γιατρούς άλλων ειδικοτήτων (φαρμάκων όπως σπρέι για τη μύτη, κολλύριων για τα μάτια και εισπνεόμενων για την αντιμετώπιση των αναπνευστικών συμπτωμάτων).
Τα παραπάνω φάρμακα, ειδικά των νεότερων γενιών, όντως είναι άκρως αποτελεσματικά και ασφαλή, χαρίζοντας πλήρη έλεγχο του προβλήματος, εφόσον ληφθούν με το σωστό τρόπο αλλά και για όσο διάστημα χρειάζεται. Τα συμπτώματα τα οποία αντιμετωπίζουν είναι όμως εκδηλώσεις χρόνιων νοσημάτων (αλλεργική ρινίτιδα, επιπεφυκίτιδα, άσθμα). Συνεπώς, έχουν κάποια «μειονεκτήματα»:
Α) απαιτείται χρόνια λήψη τους. Ελέγχουν τα συμπτώματα αλλά άκαιρη διακοπή τους συνεπάγεται υποτροπή, Β) αποτελούν μόνο ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΙΚΗ θεραπεία. Δε χτυπούν το κακό στη ρίζα, δηλαδή την επίδραση του αλλεργιογόνου στο ανοσοποιητικό μας, Γ) δεν ανακόπτουν μια φυσική πορεία πραγμάτων, που θέλει 4 στους 10 που πάσχουν από αλλεργική ρινίτιδα, κάποια στιγμή, να εκδηλώνουν και αλλεργικό άσθμα.
Εδώ έρχεται ο Αλλεργιολόγος να μας περάσει «από την άμυνα στην επίθεση». Χορηγώντας δηλαδή τη μόνη θεραπεία ΑΙΤΙΑΣ των νοσημάτων που αναφέραμε, η οποία ονομάζεται Ανοσοθεραπεία. Αφού εντοπίσει το/τα υπεύθυνα αλλεργιογόνα (με το ιστορικό και τα δερματικά τεστ) υπάρχει η δυνατότητα χορήγησης θεραπείας (υποδόριας ή υπογλώσσιας) παρόμοιας με τα γνωστά εμβόλια. Έτσι, όπως με τα συνήθη εμβόλια, όταν το μικρόβιο έρχεται σε επαφή με τον οργανισμό δεν προκαλεί νόσο, έτσι και εδώ, το αλλεργιογόνο, π.χ. ανοιξιάτικη γύρη, δεν προκαλεί συμπτώματα αλλεργίας. Η Ανοσοθεραπεία τα τελευταία χρόνια έχει βελτιωθεί πολύ ως προς την αποτελεσματικότητα της γιατί γίνεται με πιο άρτιο τρόπο ο εντοπισμός των υπεύθυνων αλλεργιογόνων αλλά και η παρασκευή των εμβολίων (προϊόντα καταξιωμένων ευρωπαϊκών φαρμακευτικών εταιριών). Η Ανοσοθεραπεία μπορεί επίσης να ανακόψει αποφασιστικά την εμφάνιση αλλεργικού άσθματος στα άτομα με αλλεργική ρινίτιδα αλλά και την εξέλιξη μιας ήπιας μορφής αλλεργικού άσθματος σε πιο σοβαρή μορφή. Παρά τις δυσκολίες της εποχής, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι έχει μικρό σχετικά κόστος και συνταγογραφείται από τα Ταμεία. Η καταλυτική της όμως παρέμβαση στην υγεία του αλλεργικού οδηγεί σε μεσο-μακροπρόθεσμη οικονομική απόσβεση (απαλλαγή από φάρμακα, χαμένες ώρες εργασίας και από τον εκνευρισμό που προκαλεί η κακή ποιότητα ζωής). Βέβαια οφείλουμε να αναφέρουμε και κάποια μειονεκτήματα της Ανοσοθεραπείας. Παρά τα αποτελέσματα που δίνει από τον 1ο χρόνο εφαρμογής της, απαιτεί, για τη διατήρηση-βελτίωση του αποτελέσματος που επιτεύχθηκε, τη συνέχιση της για 3 έως 5 έτη (κρίνοντας κατά περίπτωση). Απαιτεί 1 υποδόρια ένεση στο βραχίονα κάθε μήνα στο ιατρείο (ανώδυνη διαδικασία, με βελόνα μεγέθους αντίστοιχης αυτής που χρησιμοποιείται για τη χορήγηση ινσουλίνης) ή καθημερινή χορήγηση υπογλώσσιων σταγόνων. Να τονίσουμε ότι αξιόπιστες μελέτες καταδεικνύουν την απουσία μακροπρόθεσμων παρενεργειών.
Κλείνοντας, να αναφέρουμε ότι ο Αλλεργιολόγος μπορεί να περάσει «από την άμυνα στη επίθεση» και σε άλλες αλλεργίες, π.χ. τις τροφικές. Εδώ δεν υπάρχει κλασσική Ανοσοθεραπεία αλλά η δυνατότητα ανοσοπαρέμβασης και επιτάχυνσης ευχάριστων εξελίξεων (με αναγνωρισμένα πρωτόκολλα, π.χ. συστηματική χορήγηση ψημένων μορφών τροφών μέχρι τη χορήγηση τους σε κανονική μορφή). Τέλος, στον τομέα απευαισθητοποίησης ατόμων με σοβαρές αντιδράσεις μετά από τσιμπήματα μέλισσας-σφήκας, η Ανοσοθεραπεία έχει εδώ και πολλές δεκαετίες δώσει ανεκτίμητες λύσεις.
Ευχαριστούμε τον Καραντουμάνη Δημήτρη, Αλλεργιολόγο Παίδων – Ενηλίκων, για τις πολύ σημαντικές πληροφορίες.