Και μετά;
- Γράφτηκε από τον/την Αντώνης Χατζηκυριακίδης
Γράφει η Μαρία Ξανθοπούλου, Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπεύτρια
Η θεραπεία ενός σπασμένου ποδιού δεν κάνει όλους αστέρες του καλλιτεχνικού πατινάζ. Έτσι και η Ψυχοθεραπευτική δουλειά δεν εξαλείφει όλα τα εμπόδια που παρεμβάλλονται στον δρόμο κάποιου. Όταν στην θεραπεία μιλάμε για στόχους, (αυτό μετά το ολοκληρωμένο ατομικό ιστορικό του καθενός), σαφώς και αρχικά θέλουμε να επιλύσουμε όλα τα συμπτώματα που τώρα δυσκολεύουν και καθιστούν δυσλειτουργικό τον θεραπευόμενο.
Αρχικά εννοείτε πως η θεραπεία καταπιάνεται με τα τωρινά ψυχολογικά-συμπεριφορικά-συναισθηματικά προβλήματα, αναζητώντας για αυτά μια εξήγηση και όσο το δυνατόν εφικτό μία λύση. Η πορεία και η διάρκεια της ψυχοθεραπείας όμως εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Ένας τελικά από αυτούς ίσως και ο πιο σημαντικούς είναι η ψυχοθεραπευτική σχέση.
Τα ερωτήματα που θέτει ο κλινικός ουσιαστικά δίνουν στον πελάτη το οκ ότι μπορεί να μιλησεί ακόμα και το αφόρητο, φυσικά με προσοχή. Μπορεί να είναι εξαιρετικά ανακουφιστικό να θέτει ο κλινικός ένα ερώτημα στην περιοχή του αδιανόητου, του απαγορευμένου, αυτού που είναι το τρομαχτικό.
Εννοείται με προσοχή, με σεβασμό, στο κατάλληλο timing κλπ. Μέσα στη θεραπεία υπάρχει ένα πλαίσιο που μπορεί να συζητηθεί αυτό, το αδιανόητο.
Όπως και στο τραύμα ακόμα και με μικρά παιδιά πχ. σε σχέση με το θάνατο ή και με πολύ δύσκολα θέματα όπως οι συγκρούσεις των γονέων και τα δικά τους συναισθήματα, νιώθουν ότι όσο οι μεγάλοι δεν αντέχουν να συζητήσουν όντως κάτι πραγματικά φρικτό συμβαίνει. Το ίδιο πράγμα νομίζω ότι αφορά και τη σφαίρα της ψυχικής ζωής. Δηλαδή ένας βιασμός ή μία κακοποίηση ή ένα πολύ τραυματικό συναίσθημα για παράδειγμα. Ουσιαστικά στη θεραπεία υπάρχει και δίδεται έμμεσα η πληροφορία ότι όσο και αν πονάει μπορεί να το φέρει εδώ, στο παρόν της συνείδησής του, μπορεί να το επεξεργαστεί και να το μετασχηματίσει, να το κάνει συζητήσιμο ακόμα και το αφόρητο.
Μέσα στη θεραπεία αναδύονται πολύ συχνά και σε ανύποπτο χρόνο οι πραγματικές ανάγκες του καθενός. Για παράδειγμα αν μία από τις ανάγκες, είναι να νιώθει ο άνθρωπος ασφάλεια, θα ήταν καλό καταρχήν να επιτρέψει στον εαυτό του να νιώσει και να παραδεχτεί, ότι πολύ συχνά νιώθει ανασφαλής, άρα χρειάζεται την ασφάλεια. Μέσα στο θεραπευτικό πλαίσιο και εφόσον έχει εδραιωθεί μια καλή θεραπευτική σχέση και μόνο τότε, ο θεραπευόμενος θα μιλήσει πραγματικά για όλα αυτά που δεν έχει μιλήσει ποτέ. Και όταν λέμε ποτέ, εννοούμε ούτε και με τον ίδιο του τον εαυτό. Αυτό είναι και ένα πολύ σημαντικό βήμα προόδου.
Εδώ ο χειρισμός είναι πολύ λεπτός και τα όρια πολύ ρευστά. Εδώ αφήνεις και ακολουθείς. Είσαι μαζί και πολύ κοντά στα πολύ δύσκολα. Και αντέχεις. Και μαθαίνει να αντέχει και αυτός. Ακόμα και τον εαυτό του, ο οποίος κάποιες φορές μπορεί, ναι όντως, να είναι αφόρητος και τρομερά αυστηρός, αλλά έτσι είναι, και το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να τον μάθει, να τον καταλάβει να τον σεβαστεί και να τον αγαπήσει. Μόνο τότε πραγματικά θα μπορέσει να πλησιάσει τον άλλον. Το τόσο σημαντικό. Να μιλήσει πραγματικά και ουσιαστικά.