tsakiridis

Δείτε τις προσφορές!

ΓΕΡΟΥΛΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Εμπορία Ελαστικών - Ζαντών

ΦΩΤΙΑΔΗΣ  Θέρμανση - Κλιματισμός - Φυσικό Αέριο - Υγραέριο - Αντλίες Θερμότητας - Ανακαινίσεις

ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ Γραφείο Τελετών

access ban20

pistofidis ban1

Το "άγγιγμα" του Εμφυλίου στην παρουσίαση του βιβλίου “Οι λέξεις που δεν χόρτασα” του Διονύση Διαμαντόπουλου

Παρουσιάστηκε την Δευτέρα το βράδυ στην Βέροια (στον Πολυχώρο Ελιά) το βιβλίο του Διονύση Διαμαντόπουλου, «Οι λέξεις που δεν χόρτασα». Πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα, βασισμένο σε πολυετή έρευνα και σε μια αληθινή ιστορία του Εμφυλίου, το οποίο άγγιξε από την πρώτη στιγμή τους παρευρισκόμενους. Με τρόπο ανθρώπινο, τρυφερό και ταυτόχρονα αμείλικτο, το βιβλίο φέρνει στην επιφάνεια τις σιωπηλές πληγές ενός πολέμου που δεν τελείωσε ποτέ πραγματικά για όσους τον έζησαν – και για εκείνους που κληρονόμησαν το βάρος του.

Το κοινό κατέκλυσε τον χώρο ασφυκτικά∙ και έπειτα σιώπησε. Σιωπή βαθιά, από εκείνες που δεν βαραίνουν αλλά φωτίζουν – σαν συλλογική ανάσα πριν την κατάδυση στην αλήθεια.

«Ένα έργο που θεραπεύει χωρίς να ξύνει πληγές»

Την εκδήλωση συντόνισε ο πρόεδρος της ΕΜΙΠΗ, Νίκος Βουδούρης, ο οποίος προλογίζοντας τόνισε πως πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα που πατάει γερά στην αλήθεια, διαδραματίζεται στα σκοτεινά χρόνια του Εμφυλίου και επιχειρεί όχι να αναμοχλεύσει πάθη, αλλά να φωτίσει το τραύμα. Να μιλήσει για ανθρώπους, όχι για στρατόπεδα.

Το τραύμα που κληρονομείται

Η πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων, Δέσποινα Καρυπίδου, στάθηκε στο βάρος της μνήμης που μεταφέρεται από γενιά σε γενιά. Παρουσίασε μια βαθιά και στοχαστική ανάλυση του βιβλίου, εστιάζοντας στον τρόπο με τον οποίο η τραυματική μνήμη του Εμφυλίου μεταβιβάζεται, διαμορφώνει ταυτότητες και καθορίζει συλλογικές πορείες. Η ομιλία της ανέδειξε τη λεπτή γραμμή ανάμεσα στη σιωπή και στη φωνή, ανάμεσα στη μνήμη που κρύβεται και στην αλήθεια που επιμένει να αναδύεται.

Η κ. Καρυπίδου ανέδειξε πώς ο συγγραφέας, αναζητώντας τις ρίζες του οικογενειακού του τραύματος, δημιουργεί ένα μυθιστόρημα-μαρτυρία που φωτίζει την αθέατη πλευρά της Ιστορίας: τις ζωές απλών ανθρώπων που παρασύρθηκαν από τα ρεύματα της κατοχής, της βίας και του αδελφοκτόνου μίσους. Με όρους ψυχαναλυτικούς και ιστορικούς, η ομιλήτρια εξήγησε τη διαδρομή από το προσωπικό στο συλλογικό τραύμα — πώς η μνήμη μιας οικογένειας γίνεται μνήμη μιας κοινότητας και στη συνέχεια πολιτισμικό αποτύπωμα μιας ολόκληρης χώρας.

Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στο πώς ο Εμφύλιος, ως “ανεπιθύμητο παρελθόν”, επιχειρήθηκε να σιωπηθεί από την επίσημη μνήμη, αλλά τελικά επανέρχεται μέσα από τις σιωπές, τις ενοχές, την ανάγκη κατανόησης. Μέσα από τα παραδείγματα των ηρώων του βιβλίου – ανθρώπων καθημερινών, που βρέθηκαν να υπηρετούν τη μοίρα τους χωρίς να τη διαλέξουν – σκιαγράφησε την επαρχιακή Ελλάδα του 1930–1950 ως μικρογραφία μιας βαθιά διχασμένης κοινωνίας.

Η κ. Καρυπίδου τόνισε ότι το μυθιστόρημα δεν αναμοχλεύει πάθη, αλλά επιδιώκει μια ύστατη χειρονομία δικαίωσης προς όσους έζησαν, πόνεσαν και σιώπησαν. Σημείωσε πως η λογοτεχνία, πολύ πριν από την επίσημη ιστοριογραφία, τόλμησε να αναμετρηθεί με το τραύμα, να δώσει λόγο στους ηττημένους και να αμφισβητήσει την ηγεμονία της λήθης.

Κλείνοντας, υπογράμμισε ότι η «αλήθεια», όπως αναδύεται μέσα από τα ίχνη των απλών ανθρώπων, αποτελεί κι αυτή μια μορφή επανάστασης: την επανάσταση της μνήμης απέναντι στη σιωπή και της κατανόησης απέναντι στο διχασμό. Η ομιλία της αποτέλεσε μια ουσιαστική συμβολή στον διάλογο για το πώς θυμόμαστε, τι επιλέγουμε να ξεχάσουμε και πώς μπορούμε —ως κοινωνία— να συμφιλιωθούμε με ένα ανεπούλωτο παρελθόν.

Η ιστορία ως μνήμη, η μνήμη ως καθρέφτης

Ο φιλόλογος και ερευνητής Χρήστος Σκούπρας ανέλυσε το ιστορικό και συναισθηματικό υπόβαθρο του έργου. Μίλησε για τις προθέσεις του συγγραφέα, τις ρίζες του μυθιστορήματος στην ιστορία των παππούδων του, και την προσπάθεια ανασύστασης της κοινωνίας της Μελίκης εκείνης της εποχής.

«Ο συγγραφέας», είπε, «συνδυάζει με δεξιοτεχνία ιστορική αφήγηση και μυθοπλασία. Αναπαριστά ένα περιβάλλον όπου κανείς δεν μπορούσε να μείνει ουδέτερος. Ήταν μια εποχή που έπρεπε να πάρεις θέση».

Αναρρωτήθηκε αν το μυθιστόρημα προκαλεί εύλογα ιδεολογικές αντιδράσεις και μπορούμε πια να αφηγηθούμε τον Εμφύλιο με την ηθική της συμπάθειας. Ερωτήσεις αναγκαίες σε μια χώρα που ακόμη αναζητά τη δική της συμφιλίωση με το παρελθόν.

«Δεν το φαντάστηκα, το έζησα»

Όταν πήρε τον λόγο ο Διονύσης Διαμαντόπουλος, προσπάθησε με χιούμορ στο ξεκίνημα να ελαφρύνει την ήδη φορτισμένη ατμόσφαιρα και στην συνέχεια μίλησε για το προσωπικό βίωμα που τον οδήγησε στο βιβλίο.

«Το μυθιστόρημα αυτό δεν το εμπνεύστηκα», είπε. «Το έζησα. Γεννήθηκα σε χρόνια που όλα ήταν ακόμη νωπά. Οι ιστορίες του Εμφυλίου ακούγονταν στο σπίτι μου καθημερινά. Ήταν εικόνες ζωής».

Αναφέρθηκε στις δύο κομβικές μαρτυρίες, του 1981 στη Σόφια και του 2017 στη Βεργίνα, που αποτέλεσαν το νήμα της αφήγησης. Μίλησε για τους τόπους που περπάτησε, για μέρη που «σαν ανοιχτά στόματα ακόμη θέλουν να μιλήσουν».

Ξεκαθάρισε πως δεν έγραψε το βιβλίο για να δικαιώσει ήρωες ή προγόνους – «κανείς δεν ενδιαφέρεται πια για την αποκατάσταση αφανών ανθρώπων». Το έγραψε για να επανασυστήσει την ατμόσφαιρα μιας εποχής όπου ο Εμφύλιος ήταν ο πόλεμος των χωριών∙ εκεί όπου η Ιστορία δεν ήταν ιδέες, αλλά καθημερινότητα, φόβος και επιβίωση. Σύμφωνα με τον κ. Διαμαντόπουλο ο εμφύλιος ήταν ο πόλεμος των χωριών. Στην πόλη, ο κόσμος είχε μια καθημερινότητα, Ο πόλεμος διαδραματίστηκε στην ύπαιθρο, στα χωριά. Τα χωριά που δεινοπάθησαν ήταν τα κεφαλοχώρια μεταξύ βουνού και κάμπου. Τέτοιο ήταν και η Μελίκη. Για το κράτος και τον εθνικό στρατό ήταν το ανάχωμα στον κομμουνιστικό κίνδυνο, για τους αντάρτες ήταν το εμπόδιο για να κατέβει η ελευθερία από το βουνό στον κάμπο

«Ρωτούν: γιατί ακόμη ένα βιβλίο για τον Εμφύλιο;» συνέχισε. «Μα αποτελεί άραγε παρελθόν ο Εμφύλιος; Οι Έλληνες παραμένουν εγκλωβισμένοι στο πνεύμα του. Η λήθη απέτυχε να θεραπεύσει το τραύμα. Ο μόνος δρόμος είναι να το κοιτάξουμε κατάματα, με ειλικρίνεια».

Ένα βιβλίο για την αλήθεια – κι ένα βήμα προς τη συμφιλίωση

Η εκδήλωση έκλεισε όπως ακριβώς είχε αρχίσει: σε απόλυτη σιωπή. Όχι από αμηχανία, αλλά από βαθύ σεβασμό. Το μυθιστόρημα του Διονύση Διαμαντόπουλου είναι μια υπενθύμιση πως ο πόλεμος μέσα μας δεν λήγει αν δεν ειπωθούν οι ιστορίες του. Αν δεν ακουστεί η αλήθεια των ανθρώπων που βρέθηκαν ανάμεσα σε δύο κόσμους, σε έναν αγώνα που δεν διάλεξαν.

Ο συγγραφέας, Διονύσης Διαμαντόπουλος, γεννημένος στη Μελίκη και κάτοικος Θεσσαλονίκης, έχει υπηρετήσει επί σειρά ετών στην εκπαίδευση, φτάνοντας στη θέση του Διευθυντή Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ημαθίας. Με μεταπτυχιακές σπουδές στα Παιδαγωγικά και τη Θεολογία στο ΑΠΘ και εξειδίκευση στις Μαθησιακές Δυσκολίες στο Πανεπιστήμιο Reading της Αγγλίας, έχει στο ενεργητικό του σημαντικό επιστημονικό έργο, καθώς και προηγούμενες εκδόσεις παιδαγωγικού περιεχομένου. Τα τελευταία χρόνια στράφηκε στη λογοτεχνία, δημοσιεύοντας διηγήματα και κριτικές σε γνωστά περιοδικά.

«Οι λέξεις που δεν χόρτασα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σύγχρονοι Ορίζοντες, αποτελεί το πρώτο του μυθιστόρημα και ήδη έχει προκαλέσει ενδιαφέρον για τον τρόπο με τον οποίο συνδέει την ιστορική πραγματικότητα με το ανθρώπινο βίωμα.

View this gallery on Flickr

color feel banner

meta morfo22

kyriazis

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ ΠΡΟΤΥΠΟ

sidiropoulos

studio 69