Σκέψεις και απόψεις από την Πανελλήνια ημέρα δωρεάς οργάνων
- Γράφτηκε από τον/την Αρθρογράφος
Γράφει ο Τάσος Βασιάδης
Η πρόσφατη δημοσιότητα η οποία δόθηκε από τις εκδηλώσεις Φορέων σχετικά με την «Πανελλήνια Ημέρα Δωρεάς Οργάνων», που θεσπίστηκε από τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων, να τιμάται την 1η Νοεμβρίου κάθε έτους, δίνει αφορμή για την διατύπωση σκέψεων και απόψεων σχετικά με την νομοθετική εξέλιξη του πάντα επίκαιρου και εξαιρετικού ενδιαφέροντος αυτού ζητήματος.
Στο ΦΕΚ Α 69/18.3.2023 δημοσιεύτηκε ο Νόμος 5034/2023 στον οποίο συμπεριλαμβάνονται διατάξεις «περί εκσυγχρονισμού του δικαίου για τη δωρεά και μεταμόσχευση οργάνων».
Η «δωρεά και η μεταμόσχευση οργάνων», αποτελεί αναμφισβήτητα ένα μείζονος και επιτακτικής σημασίας ζήτημα, για το οποίο σύμφωνα με τις διατάξεις του ισχύοντος Νόμου επιχειρείται να υπάρξει ανταπόκριση στο γενικό ενδιαφέρον το οποίο παραμένει διαρκές και αμείωτο.
Εκ πρώτης όψεως με τις συγκεκριμένες νομοθετικές διατάξεις επιχειρείται να απαντηθεί η γενικότερη αγωνία για την περιορισμένη διάθεση μοσχευμάτων σε σχέση με την συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση.
Εν προκειμένω με τον συγκεκριμένο νόμο και την χρήση του όρου «εκσυγχρονισμός» προσεγγίζεται εκ νέου η Οδηγία 45/ΕΕ/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με τις διατάξεις της οποίας τροποποιήθηκε ο νόμος 2737/99 που διέπει τις μεταμοσχεύσεις, καθώς ψηφίστηκε ο νόμος 3984/2011, για να τροποποιηθεί εκ νέου με τους αλλεπάλληλους νόμους 4052/2012, 4071/2012, 4316/2014, 4272/2014, 4368/2016, 4512/2018, 4600/2019, 4610/2019, 4737/2020 και 4771/2021, ενώ προστέθηκε σειρά Προεδρικών Διαταγμάτων και Υπουργικών Αποφάσεων.
Προφανώς με τον όρο «εκσυγχρονισμός» στον σχετικά πρόσφατο νομοθέτημα, δεν εννοείται ότι τα αλλεπάλληλα νομοθετήματα που προηγήθηκαν σε σχετικά μικρό διάστημα, χαρακτηρίζονταν από «αναχρονισμό» τον οποίο ανέλαβε να θεραπεύσει ο σχετικά πρόσφατος Νόμος 5034/2023.
Αυτό το οποίο χαρακτήριζε τα προηγούμενα νομοθετήματα ήταν η προχειρότητα και η σκοπιμότητα, χαρακτηριστικά που ατυχώς εξακολουθούν να υφίστανται.
Μία καταρχήν επισήμανση γίνεται για την ίδια τη διατύπωση του συγκεκριμένου νομοθετήματος, το οποίο σε πολλά σημεία του αποτελεί νεότερη τεχνική μετάφραση εκ του κειμένου της Οδηγίας, χωρίς οι χρησιμοποιούμενοι όροι να ανταποκρίνεται επακριβώς στην τρέχουσα επιστημονική ελληνική ορολογία.
Με την χαλαρότητα προσέγγισης εννοιών και διαδικασιών που θέτουν σε αμφισβήτηση την ελεύθερη βούληση των πολιτών και ενέχουν πλείστους όσους κινδύνους, τίθεται επί τάπητος η αναγκαιότητα μιας νέας αναθεώρησης, η οποία αργά ή γρήγορα θα δρομολογηθεί αναπόφευκτα.
Χαρακτηριστική αναφορά γίνεται για την εικαζόμενη συναίνεση, με την πρόβλεψη δικαστικών αποφάσεων που θα επικυρώνουν τις συναισθηματικές σχέσεις δότη-λήπτη και την ανιδιοτέλεια της προσφοράς, καθώς και την πρόβλεψη προτίμησης μεταξύ ισόβαθμων υποψηφίων ληπτών οργάνου προς μεταμόσχευση, εκείνου που δεν έχει δηλώσει ότι δεν επιθυμεί να είναι εν δυνάμει δότης.
Αυτό εμπεριέχει μία αναντιστοιχία στην όλη νομοθετική διατύπωση, που ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις κατά την εφαρμογή.
Επιπλέον πολλοί εκ των ορισμών βασίζονται σε επιστημονικά στοιχεία μη επικαιροποιημένα από τις τρέχουσες εξελίξεις, που επίσης ενέχουν τον κίνδυνο της αποεπικαιροποίησης του ίδιου του νόμου.
Σημαντικό και προφανώς άμεσης ενεργοποίησης κεφάλαιο του όλου νομοθετήματος, είναι η διατύπωση περί αναβάθμισης του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων ο οποίος μετονομάζεται πλέον σε «Ελληνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων».
Με το ίδιο νομοθέτημα προβλέπεται ο εμπλουτισμός του συγκεκριμένου Οργανισμού με επιπλέον αρμοδιότητες, καθώς και η θέσπιση επιστημονικής συνδρομής σε εξειδικευμένα ζητήματα, με προφανή σκοπό την εναπόθεση σε αυτόν όλων των ευθυνών για την υλοποίηση της νομοθετικής πρόβλεψης.
Επισημαίνεται επί πλέον η επισφαλής ποινική πρόβλεψη των στοιχείων που ενέχονται στην ηθική και νομοθετική διαφύλαξη των προβλεπόμενων δράσεων και των ενεχομένων προσώπων.
Αρχικά το πνεύμα του Νόμου 5034/2023 προσεγγίζεται με θετικό πρόσημο, με δεδομένη την επισφάλεια των προηγηθέντων νομοθετημάτων.
Άλλωστε η διαμόρφωση ενός σαφέστατου και αδιαμφισβήτητου νομικού πλαισίου, το οποίο θα διαμορφώνει υγιείς, ηθικά αποδεκτές και νομικά κατοχυρωμένες προϋποθέσεις για τις διαδικασίες δωρεάς και μεταμόσχευσης οργάνων, απετέλεσε μία πάγια διεκδίκηση της Ιατρικής Κοινότητας και μία επιτακτική κοινωνική απαίτηση, ειδικότερα στην εποχή μας που η εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης και τεχνολογίας διασφαλίζουν την διάσωση πολύ περισσότερων συνανθρώπων μας από ότι παλαιότερα, δια των μεταμοσχεύσεων οργάνων.
Πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι για βασικά σημεία αιχμής του όλου μηχανισμού λήψης και μεταμόσχευσης οργάνων, επιβάλλεται υψηλού επιπέδου υποδομή, την οποίαν το γενικότερα υφιστάμενο σήμερα δίκτυο δημοσίων και ιδιωτικών νοσηλευτικών μονάδων δεν διασφαλίζει.
Η επισήμανση αυτή γίνεται με την προϋπόθεση ότι το σύστημα μεταμοσχεύσεων πρέπει να έχει αποκλειστικά δημόσιο χαρακτήρα και οι τροποποιήσεις που πρέπει να γίνουν στην όλη οργάνωση του, όπως στη λήψη των οργάνων, στη συντήρηση τους, στη μεταφορά, στην άμεση μεταμόσχευση, στην υψηλής ποιότητας φροντίδα δότη και λήπτη, καθώς και στη στελέχωση του συστήματος, οφείλουν να αποκλείουν την εμπλοκή από τρίτους παράγοντες.
Προσεγγίζοντας κάποια επιμέρους ζητήματα επισημαίνεται ότι στο κείμενο του νομοθετήματος επαναλαμβάνεται τακτικά ο όρος «αφαίρεση οργάνων» ο οποίος κρίνεται αδόκιμος.
Εις την ιατρική πρακτική και φιλολογική διατύπωση ο όρος «αφαίρεση» από οργανισμό χρησιμοποιείται για επιβλαβείς οντότητες όπως η αφαίρεση ξένου σώματος, η αφαίρεση λίθου, η αφαίρεση όγκου, η αφαίρεση σκωληκοειδούς απόφυσης κ.λπ.
Τα προς αφαίρεση από έναν οργανισμό στοιχεία αδρανοποιούνται και δεν χρησιμοποιούνται.
Εις την όλη αναφορά περί μεταμοσχεύσεων ο όρος «αφαίρεση» μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο εις ότι αφορά μεταμοσχευθέν όργανο το οποίο έχει εμπέσει στη βιολογική διεργασία της απόρριψης από τον οργανισμό του λήπτη και πλέον είναι επιβλαβές.
Εις ότι αφορά την χρησιμοποίηση οργάνου προς μεταμόσχευση ο πλέον δόκιμος επιστημονικά και ηθικά όρος που πρέπει να αντικαταστήσει τον όρο «αφαίρεση οργάνου» είναι η «λήψη οργάνου».
Οι εξαιρέσεις των διατάξεων σε ότι αφορά τους ανθρωπίνους ιστούς και κύτταρα του αίματος και στις μεθόδους ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, προφανώς υπαγορεύονται από το γεγονός ότι διέπονται από ιδιαίτερη νομοθεσία.
Επισημαίνεται ωστόσο η έλλειψη επαρκών και σαφών νομοθετικών διατάξεων, σχετικών με τη λήψη, την συντήρηση και την γενικότερη διαχείριση των βλαστοκυττάρων, που αποτελούν μία επίκαιρη αναγκαιότητα.
Στις διατυπώσεις του Νόμου 5034/2023 υφίστανται ορισμοί οι οποίοι πρέπει συνολικά να αναδιατυπωθούν μετά από επεξεργασία των αρμοδίων επιστημονικών φορέων.
Η προϋπόθεση του σημαντικού επιπέδου λειτουργικής αυτονομίας σε ότι αφορά το προς μεταμόσχευση όργανο είναι ανεπαρκής, ατεκμηρίωτη και παραπέμπει σε υποκειμενικές εκτιμήσεις που δεν διασφαλίζουν την αναμενόμενη ασφαλή εξέλιξη της μεταμόσχευσης.
Εις ότι αφορά την «κάλυψη των δαπανών», η νομοθετική πρόβλεψη παραπέμπει στις κατά περίπτωση αποφάσεις των αρμοδίων κυβερνητικών παραγόντων για την δυνατότητα εξαίρεσης από τις περιοριστικές διατάξεις της νομοθεσίας για δαπάνες που αφορούν την υγειονομική περίθαλψη δότη και λήπτη.
Το ζήτημα δεν μπορεί να είναι πολιτικό και κατά περίπτωση.
Η εξαίρεση επιβάλλεται να είναι γενική και να ορίζεται εκ του νόμου.
Η υποχρέωση «ενημέρωσης των πολιτών» αποτελεί βασικό καθήκον το οποίο προβλέπεται από το νομοθετικό πλαίσιο.
Πέραν ωστόσο από τους καθ΄ ύλην αρμόδιους επιστήμονες, ο νομοθέτης αναθέτει το χρέος της ενημέρωσης και σε ειδικά καταρτισμένους υπαλλήλους του Ελληνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων.
Εις τις διατάξεις περί Ε.Ο.Μ. δεν προβλέπεται εξειδικευμένη εκπαίδευση κατάρτισης, ενώ δεν ορίζεται το περιεχόμενο της κατάρτισης.
Η πρόβλεψη που δίνει τη δυνατότητα λήψης οργάνου από ζώντα δότη και την μεταμόσχευση του, πέραν από τα οριζόμενα συγγενικά άτομα και σε πρόσωπο με το οποίο έχει προσωπική σχέση και συνδέεται συναισθηματικά, περιλαμβάνει την έκδοση δικαστικής απόφασης, η οποία θα αποφαίνεται για το «συναισθηματικό δεσμό» και την «ανιδιοτέλεια» της προσφοράς.
Η συγκεκριμένη πρόβλεψη τίθεται υπό αμφισβήτηση, διότι κανένα δικαστήριο και καμία δικαστική απόφαση δεν μπορεί να επικυρώσει τις συναισθηματικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων και την ύπαρξη ή όχι ιδιοτέλειας.
Η διάταξη που ορίζει τα της λήψης οργάνου από θανόντα δότη και την «εικαζόμενη συναίνεση», ανατρέπει τη μέχρι πρότινος υφιστάμενη νομική και κοινωνική αντίληψη περί δωρεάς οργάνων και μεταμοσχεύσεων, εν ονόματι του επιχειρούμενου «νομοθετικού εκσυγχρονισμού».
Η δημιουργία Οργανώσεων Δωρητών Σώματος αποτέλεσε ένα κίνημα δημιουργίας κοινωνικής συνείδησης στους πολίτες περί προσφοράς οργάνων, κατά το πρότυπο των αντίστοιχων αιμοδοτικών οργανώσεων.
Με την συγκεκριμένη διάταξη αμφισβητείται η μέχρι τώρα γενικότερη προσπάθεια και ονομάζονται όλοι όσοι έχουν χάσει τη ζωή τους, ως «δωρητές σώματος».
Πρόκειται για μία αυθαιρεσία η οποία επιχειρείται να αμβλυνθεί με την «εξ απαλών ονύχων» διατύπωση ότι για να εξαιρεθεί ο πολίτης που έχει χάσει την ζωή του έπρεπε κατά την διάρκεια του βίου του να εκφράσει την αντίθετη βούλησή του.
Αναφέρεται δε ότι αυτή η βούληση πρέπει να εκφραστεί εγγράφως με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής προς τον Ελληνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων.
Σε αυτό το σημείο εμμέσως πλην σαφώς ο νομοθέτης αναγνωρίζει την αδυναμία της πολιτείας να υποστηρίξει ουσιαστικά και θεσμικά το Κίνημα Δωρεάς Σώματος.
Κυρίαρχο στοιχείο το οποίο αποτελεί και τον ακρογωνιαίο λίθο για την επιτυχία ή αποτυχία του πρόσφατου νομοθετήματος είναι οι διατάξεις που αφορούν τα «κριτήρια θανάτου» του δότη προκειμένου να ληφθούν τα προς μεταμόσχευση όργανα.
Η νομοθετική αντικατάσταση του ισχύοντος όρου «εγκεφαλικός θάνατος» με τον «καρδιακό θάνατο», στερείται επιστημονικής τεκμηρίωσης.
Επισημαίνεται το αυτοαναιρούμενο της φράσης ότι, η τεχνική υποστήριξη του «θανόντος προσώπου» συνεχίζεται μόνον, αν πρόκειται να γίνει μεταμόσχευση των οργάνων του.
Τονίζεται εν προκειμένω ότι τα «θανόντα πρόσωπα» δεν έχουν ανάγκη υποστήριξης. Εάν υποστηρίζονται τεχνικά, δεν είναι θανόντα.
Εν προκειμένω προβάλλεται ο συνεχιζόμενος επιστημονικός – φιλοσοφικός- θεολογικός διάλογος ως προς τα γενικότερα αποδεκτά κριτήρια θανάτου ώστε η λήψη ζωτικών οργάνων να μη λειτουργεί ως ευθανασία του δότη.
Ειδική αναφορά στις νομοθετικές διατάξεις επιφυλάσσεται για την αφαίρεση (λήψη) των οργάνων προς μεταμόσχευση.
Εν προκειμένω κρίνεται περισσότερο από αναγκαία η προϋπόθεση εξασφάλισης της αναγκαίας υποδομής στις υφιστάμενες δομές.
Ειδικότερα επιβάλλεται να υπάρχουν διαρκώς ενεργοποιημένα συνεργεία υποδοχής θυμάτων θανατηφόρων τροχαίων και συμβαμάτων εκ των οποίων μπορούν να ληφθούν εγκαίρως ζωτικά όργανα προς μεταμόσχευση.
Οι προϋποθέσεις που αφορούν τις μονάδες μεταμόσχευσης προβλέπεται εκ του νόμου, ότι καθορίζονται από τον Υπουργό Υγείας ύστερα από πρόταση του Ελληνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων.
Εκτιμάται ότι για το όλο θέμα πρέπει να γνωμοδοτούν και οι καθ΄ ύλην αρμόδιοι επιστημονικοί φορείς.
Ειδικές διατάξεις συμπεριλαμβάνονται στο νόμο για τον Ελληνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων.
Εις ότι αφορά τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που έχουν την ιδιότητα του Καθηγητή Ιατρικής Σχολής και του Διευθυντή των διαφόρων ενεχομένων Ιατρικών Μονάδων και Κέντρων, επιβάλλεται να επισημανθεί εάν προτείνονται και από ποιους Φορείς η ποιες Αρχές.
Το ίδιο ισχύει για την σύνθεση και συγκρότηση των προβλεπόμενων ειδικών επιτροπών για την παροχή επιστημονικής συνδρομής σε εξειδικευμένα ζητήματα.
Το προσωπικό του Ελληνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων πρέπει να αποτελείται από άτομα τα οποία έχουν εξειδικευτεί προς τούτο.
Σε κάθε περίπτωση όλες οι προβλεπόμενες θέσεις πρέπει να προκηρύσσονται βάσει των κείμενων διατάξεων και όχι να γίνονται αποσπάσεις από άλλες υπηρεσίες, οι οποίες επακόλουθα αποδυναμώνονται.
Για τις διατάξεις του Κανονισμού Λειτουργίας του Ελληνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων, πρέπει να υπάρξουν οι γνωμοδοτήσεις των αρμοδίων Φορέων.
Η οργάνωση και ο συντονισμός στην διακίνηση μοσχευμάτων που ανατίθεται στον Ελληνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων, ασφαλώς και πρέπει να συμπεριλαμβάνει και τα αιμοποιητικά κύτταρα.
Στον ίδιο Οργανισμό επιβάλλεται να ενταχθεί και η αντίστοιχη διαχείριση των βλαστοκυττάρων, έως ότου η πολιτεία αποφασίσει την ειδική θέσπιση επαρκούς νομοθετικού πλαισίου.
Αρκετές διατάξεις του νόμου επιβάλλεται να επαναδιατυπωθούν με πλέον εξειδικευμένο και αντίστοιχο επιστημονικό τρόπο.
Ειδική επαναξιολόγηση επιβάλλεται να γίνει για τα επισφαλή σημεία που αφορούν την λήψη μοσχευμάτων από ανθρώπους που βρίσκονται στο μεταίχμιο ζωής και θανάτου και την εν δυνάμει θεώρηση ως δωρητών οργάνων όλων των πολιτών που δεν δήλωσαν εγγράφως το αντίθετο.
Η πολιτεία και ο γενικότερος κοινωνικός παράγοντας πρέπει να συμμετάσχουν ενεργά στην προσπάθεια αναζωπύρωσης του κινήματος εθελοντισμού για ανιδιοτελή προσφορά οργάνων, μακριά από οικονομικής φύσεως και άλλες υστερόβουλες σκοπιμότητες.
Ο δημόσιος χαρακτήρας που πρέπει να προσλάβει το σύστημα μεταμοσχεύσεων απαιτεί την συνολική αναβάθμιση του Συστήματος Υγείας, μακριά από τις λογιστικού τύπου λογικές περικοπών των δημόσιων δαπανών υγείας.
Εν κατακλείδι, παρά το γεγονός ότι οι διατάξεις υπό τον τίτλο «Εκσυγχρονισμός του δικαίου για τη δωρεά και μεταμόσχευση οργάνων» αποτελούν Νόμο του κράτους, η νομοθετική προσπάθεια πρέπει να συνεχιστεί και να ολοκληρωθεί μέσα από μία γενικότερη επιστημονική, κοινωνική και πολιτική εναρμόνιση, η οποία θα λαμβάνει υπόψη της την παιδεία καθώς και τις φιλοσοφικές και θεολογικές ιδιαιτερότητες που διαμορφώνουν το πνευματικό επίπεδο του ελληνικού λαού.