Προϋποθέσεις υπέρβασης της στασιμότητας στην κεντροαριστερά
- Γράφτηκε από τον/την Αντώνης Χατζηκυριακίδης
«Φοβάμαι πως οι άνθρωποι θα φτάσουν σ’ ένα σημείο όπου θα θεωρούν κάθε νέα θεωρία σαν κίνδυνο, κάθε καινοτομία σαν κουραστικό μπελά, κάθε κοινωνική κατάκτηση σαν ένα πρώτο βήμα προς την επανάσταση και θ’ αρνούνται να κάνουν οποιαδήποτε κίνηση.»
-Αλεξίς Ντε Τοκβίλ
Το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε ως προοδευτικός χώρος, μετά την καταστροφική διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, είναι η σταδιακή απαξίωση κάθε προοδευτικής ιδέας και η υιοθέτηση υπερσυντηρητικών θέσεων, τόσο σε οικονομικά όσο και σε κοινωνικά θέματα, από ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας.
Συγκεκριμένα, η φοροεπιδρομή στη μεσαία τάξη ενισχύει τα επιχειρήματα όσων υποστηρίζουν ότι η χρηματοδότηση της κοινωνικής πολιτικής, μέσω της προοδευτικής φορολογίας, είναι τιμωρία για τους επιτυχημένους. Την ίδια ώρα, οι κρατικίστικες εμμονές του ΣΥΡΙΖΑ, οι παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη και η προσπάθεια ελέγχου της ενημέρωσης ενισχύουν τις απόψεις όσων πιστεύουν ότι οποιαδήποτε μορφή ρύθμισης εγγράφει ολοκληρωτικές προθέσεις. Δεν είναι καθόλου απίθανο, την ανοχή του ΣΥΡΙΖΑ στη βία και την ανομία να τη διαδεχθεί η ανοχή στην καταστολή και στον περιορισμό ελευθεριών, ενώ η υποχώρηση στο ζήτημα των Θρησκευτικών, είναι δεδομένο ότι βάζει για αρκετό καιρό στο πάγο, οποιαδήποτε συζήτηση για τον διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας.
Πέρα από τις απόψεις που διαμορφώνονται στην κοινωνία, με τη διάψευση των λαϊκίστικων υποσχέσεων του ΣΥΡΙΖΑ, η ακινησία λαμβάνει διάφορες μορφές και στο χώρο μας.
Στην παρούσα φάση, τείνει να επικρατήσει μια άποψη, σύμφωνα με την οποία, το μόνο που χρειάζεται προκειμένου να ενισχυθούμε, είναι να πείσουμε ότι εμείς διαθέτουμε το φιλολαϊκό copyright, αναπαράγοντας συχνά έναν παρωχημένο αντιδεξιό λόγο, με έντονες αναφορές στο παρελθόν, ο οποίος όμως αφορά τα υποκείμενα ενός ξεπερασμένου κοινωνικού συμβολαίου και αντανακλά την απουσία εναλλακτικών πολιτικών για τη νέα γενιά. Διαφωνώ όμως και με το ενδεχόμενο να λιμνάζουμε για καιρό στην αυτοεπιβεβαίωση των προβλέψεών μας και θεωρώντας ότι δεν υπάρχουν προϋποθέσεις για σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές, να μη μπορούμε να φανταστούμε κάτι διαφορετικό για το χώρο μας, πέρα από τη θέση του δίπλα στη Ν.Δ., σε μια αναβίωση των πολιτικών συσχετισμών της περιόδου 2012 – 2014. Το χειρότερο είναι να επαναπαυτούμε στην αισιόδοξη ανάγνωση κάποιων δημοσκοπήσεων, να υποτιμήσουμε την αξία του κριτικού αναστοχασμού και να πιστέψουμε ότι τα σχήματα, τα πρόσωπα και οι πρακτικές που επανειλημμένα απέτυχαν να πείσουν τους πολίτες για τα πραγματικά αίτια της κρίσης και την ανάγκη μεταρρυθμίσεων, είναι σε θέση να αντιστρέψουν το κλίμα αναξιοπιστίας που υπάρχει απέναντι στο χώρο μας και στο πολιτικό σύστημα εν γένει.
Δύο σημεία προγραμματικού λόγου:
Πρώτον, υπάρχει σύγχρονο πεδίο αντιπαράθεσης με τη δεξιά; Κατά την άποψή μου, μπορούμε να επικεντρωθούμε στις διαφορετικές προσεγγίσεις για την Ευρωπαϊκή Ένωση και να αντιτάξουμε την πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης, στη διατήρηση του status quo. Όμως αυτός ο διάλογος, προς το παρόν αφορά ένα περιορισμένο αριθμό από σχολιαστές και ακαδημαϊκούς και είναι ξένος σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Πρέπει να βρούμε τρόπους να τον εκλαϊκεύσουμε.
Δεύτερον, τι σημαίνει παραγωγική ανασυγκρότηση; Παρατηρώ ότι στο λόγο μας κυριαρχούν οι αναφορές στον τουρισμό και στον πρωτογενή τομέα. Είναι αναγκαία μια γενναία μετατόπιση του λόγου μας στον τομέα της παραγωγής καινοτόμων και ποιοτικών προϊόντων τεχνολογίας. Αυτού του είδους οι οικονομικές δραστηριότητες μπορούν να δημιουργήσουν θέσεις εργασίες, να δώσουν καλούς μισθούς, να πληρώσουν φόρους και ασφαλιστικές εισφορές σε μια σύγχρονη δυτική χώρα.
Ποιος όμως θα επικοινωνήσει το μήνυμα; Κατά την άποψή μου, κανένα από τα υπάρχοντα σχήματα δεν είναι σε θέση να το κάνει.
Από την πρώτη στιγμή, είδα τη συγκρότηση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης ως μια προσπάθεια να παραμείνει ζωντανή η ελπίδα διαμόρφωση του ευρύτερου προοδευτικού χώρου σε διαφορετικό πλαίσιο απ’ αυτό που θέτει ο ΣΥΡΙΖΑ, με στόχο τη σταδιακή του αντικατάσταση στην προτίμηση των προοδευτικών πολιτών και εν τέλει, την περιθωριοποίησή του. Όμως, περισσότερο από ένα χρόνο μετά και ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ καταρρέει, ακόμη αδυνατούμε να αναπτύξουμε δυναμική κυριαρχίας στον ευρύτερο προοδευτικό χώρο. Όσον αφορά την απήχησή μας στη νεολαία, εκεί τα πράγματα είναι απογοητευτικά.
Επομένως, είναι αναγκαία η συγκρότηση ενός ενιαίου φορέα της σοσιαλδημοκρατίας, ο οποίος θα ενώσει τα κομμάτια του πάζλ σε ένα συνέδριο, το αργότερο μέχρι τις αρχές της άνοιξης του 2017, με αναλογική εκπροσώπηση όλων των κομμάτων και κινήσεων του χώρου. Με ανανέωση προσώπων και πολιτικών πρακτικών παντού. Χωρίς αποκλεισμούς, εγωισμούς και παραγοντισμούς.
Άλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο τρόπος με τον οποίο σκεφτόμαστε και λειτουργούμε σαν χώρος, υποδηλώνει και τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε για τη χώρα. Πρέπει λοιπόν ν’ αποφασίσουμε. Θα συνεχίσουμε στην πεπατημένη ή θα υπερβούμε τις παθογένειες και τις αγκυλώσεις του παρελθόντος, θα προβούμε σε ανοίγματα και δώσουμε ζωτικό χώρο σε νέες δυνάμεις;