Μπορούμε να ζήσουμε χωρίς το Σόιμπλε;
Του Κώστα Καραγιάννη
Η δημοσιονομική κρίση και η κρίση του ευρώ έφεραν , σαν καταπέλτη, την οικονομικά ισχυρή Γερμανία στη θέση της υπερδύναμης που αποφασίζει στην Ευρώπη. Ούλριχ Μπεκ Γερμανός κοινωνιολόγος, Στο βιβλίο από τον Μακιαβέλλι στη Μερκιαβέλλι
Γύρω από το Ελληνικό πρόβλημα η Μέρκελ παριστάνει τον Πόντιο Πιλάτο... και τελευταία, υποκρίνεται πως συμπαθεί εμάς τους Έλληνες και δεν μας θεωρεί πλέον τεμπέληδες. Ίσως να την ακούσουμε και σε διάγγελμα για το πόσο αλληλέγγυα και μεγαλόψυχα στέκεται απέναντι μας.
Φαίνεται πως η βρώμικη δουλειά ανατέθηκε στο Σόιμπλε.
Αυτός ο άνθρωπος, τον οποίο οι Γερμανοί επέλεξαν να έχουν ως υπουργό οικονομικών, εκφράζεται με απίστευτο κυνισμό, με απρέπεια και με έλλειψη στοιχειώδους σεβασμού προς τη χώρα μας.
Στις 7-2-2015 αναφερόμενος στις προοπτικές επίτευξης συμφωνίας στο Eurogroup του Φεβρουαρίου, σχολίασε: «Λυπάμαι για τους Έλληνες».
Ο ίδιος είχε εκφράσει τη λύπη του (19-3-2013) με τον ίδιο ακριβώς τρόπο: «Λυπάμαι για το λαό της Κύπρου» είχε πει.
Αργότερα δήλωσε πως η νέα κυβέρνηση της Ελλάδας έχει "καταστρέψει" τη βελτίωση της ελληνικής οικονομίας.
Το παραπάνω ψέμα συνοδεύτηκε από ένα ακόμα μεγαλύτερο, ότι δηλαδή: «Οι αγορές δεν ανησυχούν για πιθανή χρεοκοπία ή έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη».
Σε μια από τις τελευταίες του δηλώσεις ( 12-5-2015) ότι: «Η Ελλάδα είναι σε λάθος κατεύθυνση», πήρε την απάντηση από Γερμανό, βουλευτή των Πρασίνων : «Εχει διαδραματίσει έναν απερίγραπτο ρόλο και συχνά αντιμετώπισε την κατάσταση με το μπουκάλι με το λάδι αντί με τον πυροσβεστήρα».
Ο Γάλλος φιλόσοφος Ε. Μπαλιμπάρ, επίσης, λίγες μέρες πριν, στην Αθήνα: Αμφισβήτησε την άποψη του περιβάλλοντος Σόιμπλε ότι έχουν ληφθεί όλα τα μέτρα για να αποφευχθεί μια κρίση λόγω Grexit, τονίζοντας ότι κάτι τέτοιο δεν είναι καθόλου σίγουρο. Η Ευρώπη δεν έκανε τίποτα για να ρυθμίσει την χρηματοπιστωτική κερδοσκοπία και παραμένει επομένως σήμερα σε επικίνδυνο σημείο...
Ο Σόιμπλε που καλλιεργεί ασύστολα το γερμανικό εθνικισμό, δημιουργεί ανησυχία όχι μόνον στις χώρες που «χάνουν το δικαίωμα να αυτοκαθορίζονται δημοκρατικά», αλλά σε άλλους ισχυρούς του κόσμου που συμμετέχουν «στο μοίρασμα και το ξαναμοίρασμά του» αλλά και σε προοδευτικούς ανθρώπους μέσα και έξω από τη Γερμανία.
Ως Γερμανική πλέον η ΕΕ ακολουθεί ένα δρόμο επικίνδυνο. Είναι μια ΕΕ με ενσωματωμένα ή υποταγμένα κράτη που δεν παρεκκλίνουν από τις αρχές του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας για τους πολλούς «που τους κλέβει τα μέσα διαβίωσης και την αξιοπρέπεια» και ενός ιδιότυπου «κρατικού σοσιαλισμού για τις τράπεζες και τους πλούσιους». Πρόκειται για μια όλο και μεγαλύτερη απομάκρυνση από τις αρχές της ελευθερίας και της ισότητας που διακηρύσσονται ως θεμελιώδεις για την Ευρώπη και, ακόμα περισσότερο, από το όνειρο της Ευρώπης των λαών. Όποια χώρα προτείνει ένα δικό της δρόμο θα προσπαθήσουν να τη γονατίσουν και να την υποτάξουν. Ωστόσο από την άλλη είναι υποχρεωμένοι να κρατήσουν τουλάχιστον τα προσχήματα. Είναι υποχρεωμένοι να βρουν τρόπους νομιμοποίησης των πράξεών τους και σε τελευταία ανάλυση να δώσουν λόγο απέναντι στους λαούς της ΕΕ για την ανισότητα και την αδικία που γεννά το σύστημα και που φορτώνει, με προκλητικό μάλιστα τρόπο, τα βάρη στις ασθενέστερες κοινωνικές τάξεις.
Οι Έλληνες πάντως που σέβονται τον εαυτό τους, αυτοί που δεν έχουν παρωπίδες, ανεξαρτήτως πολιτικού χώρου που ανήκουν, έχουν αντιληφθεί με τι είδους δανειστές και εταίρους έχουν να κάνουν. Αυτό πολύ σύντομα θα το εμπεδώσουν οι πολίτες και σε άλλες χώρες.
Το πιο πιθανό σενάριο για τη χώρα μας, πάντα κατά τα λεγόμενα, παραμένει μια συμφωνία. Αν περισσέψει η σύνεση υπάρχει ελπίδα για κάτι αμοιβαία επωφελές. Φαντάζει δύσκολο. Η λογική μας λέει πως η όποια συμφωνία θα αντανακλά τους υπάρχοντες συσχετισμούς δύναμης στην Ευρώπη του σήμερα και ως εκ τούτου θα πρόκειται για συμφωνία που ούτε έντιμη, ούτε αμοιβαία επωφελής μπορεί να είναι.
Αν είναι υποχρεωτική, εν όσο γίνεται με τη θηλιά στο λαιμό της χώρας, θα είναι πικρή και επαχθής για εμάς. Έχουμε υποχρέωση τότε, διότι αποτελεί και προϋπόθεση για την αποκαθήλωση και την εξουδετέρωσή της όσο γίνεται πιο σύντομα, να την χαρακτηρίσουμε με το όνομά της και να τη θεωρήσουμε ως προσωρινή. Και έχουμε μεγαλύτερη υποχρέωση να διαφυλάξουμε από διαπραγματεύσεις κλπ τις αξίες της αριστεράς και την ίδια την ψυχή της.
Αν ο εκβιασμός καταστεί ανυπόφορος ή αν επιλέξουν οι ίδιοι οι «εταίροι» να μας εξοστρακίσουν, δεν θα περιμένουμε μοιρολατρικά κανένα θάνατο και καμία εξαφάνιση των Ελλήνων που αποδείχτηκαν ανθεκτικοί στο χρόνο. Δεν έχουμε μόνον την ιστορία με το μέρος μας και τους γνωστούς συμμάχους αλλά όπως αναφέρει κάποιος ειδικός επί του θέματος: «Το πιο πιθανό αποτέλεσμα, αν η Ελλάδα φύγει από το ευρώ, είναι ότι θα υπάρξει μια σημαντική πτώση του ΑΕΠ στην αρχή, αλλά τα στοιχεία του παρελθόντος δείχνουν ότι θα μπορούσε να έχει ισχυρή ανάκαμψη. Πολλά εξαρτώνται από το πώς γίνεται η διαχείριση της μετάβασης».
Η Ελλάδα έχει μια μακραίωνη ιστορία, δοκιμάστηκε και σε πολύ πιο δύσκολες εποχές. Θα αντέξει σίγουρα και χωρίς την κηδεμονία και τις προσβολές ενός Σόιμπλε και μιας Μέρκελ που είναι οι εκλεκτοί της γερμανική ελίτ και που για τη μικρή αυτή ιστορική περίοδο κατάφεραν να εμφανίζονται καταστροφικά και απειλητικά μπροστά της. Θα είναι σίγουρα δύσκολο αλλά υπό προϋποθέσεις όχι καταστροφικό. Βέβαια θα λυπηθούν σφόδρα οι εδώ ομοϊδεάτες και θαυμαστές τους περί των οποίων αξίζει να αφιερώσουμε ένα ολόκληρο κείμενο.
Σε κάθε περίπτωση, μας μένει να δώσουμε τη μάχη όσο γίνεται πιο ψύχραιμα, πιο οργανωμένα, πιο ενωτικά, πιο ειλικρινά και με τη μέγιστη δυνατή συμμετοχή του Ελληνικού λαού στις αποφάσεις και τις δράσεις που τον αφορούν.