Τιμώντας στη Βέροια το «Αφιερωματικό έτος Μίκη Θεοδωράκη»
- Γράφτηκε από τον/την Αρθρογράφος

Γράφει ο Τάσος Βασιάδης
Με αφορμή την συμπλήρωση 100 χρόνων από την γέννηση του Μεγάλου Οικουμενικού Έλληνα, το 2025 ανακηρύχθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού ως «Αφιερωματικό Έτος Μίκη Θεοδωράκη».
Αυτή η απόφαση αξιοποιείται με τον πλέον συμβολικό και παραγωγικό τρόπο από τον Δήμο Βέροιας που σε συνεργασία με το Πειραματικό Εργαστήρι Βεργίνας , προσεγγίζεται η ιδιαίτερη σχέση φιλίας του Μίκη Θεοδωράκη με τον άλλο Οικουμενικό Έλληνα, τον παγκόσμια αναγνωρισμένο και βραβευμένο Βεροιώτη Καλλιτέχνη Μάκη Βαρλάμη.
Αυτή δε η μοναδική σχέση φιλίας μεταξύ των κορυφαίων μορφών του Ελληνισμού, απεικονίζεται στην μεγάλη συλλογή ζωγραφικών έργων με τα οποία ο Μάκης απεικόνισε τον Μίκη, σε διάφορες ως επί το πλείστον συμβολικές και αλληγορικές στιγμές.
Απόσπασμα αντιγράφων της μεγάλης αυτής συλλογής θα εκτεθούν στο Δημαρχείο Βέροιας την Κυριακή 9 Μαρτίου μετά την πρώτη πανελλήνια προβολή της συζήτησης του Μίκη Θεοδωράκη με τον Μάκη Βαρλάμη για την Τέχνη και τον Ελληνισμό , στην αίθουσα του κινηματογράφου «ΣΤΑΡ» .
Αυτή η εκδήλωση τιμής στα πρόσωπα του Μίκη Θεοδωράκη και του Μάκη Βαρλάμη, αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της εξασφάλισης στη Βέροια χώρου μόνιμης έκθεσης των έργων του αείμνηστου Βεροιώτη καλλιτέχνη, που προσφέρονται από την οικογένεια του και το Πειραματικό Εργαστήρι Βεργίνας.
Αυτή δε η προοπτική αποτελεί ένα ισχυρό επιχείρημα για την διεκδίκηση από την Βέροια, του τίτλου της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης 2034, που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Η ανακήρυξη του 2025 ως «Αφιερωματικού Έτους Μίκη Θεοδωράκη», επανέφερε στην συλλογική μνήμη αλλά και στις προσωπικές αναμνήσεις, περιστατικά που χαρακτήρισαν την συνολική διαδρομή του Οικουμενικού Έλληνα.
Το 1972 ο Μίκης Θεοδωράκης πραγματοποίησε μια διεθνή περιοδεία δίνοντας συναυλίες σε διάφορα μέρη του κόσμου.
Ένας από τους σταθμούς εκείνης της περιοδείας ήταν η μεγαλύτερη πόλη της Σαρδηνίας το Cagliari, στο οποίο δόθηκε μια ιστορική συναυλία.
Εκείνη την περίοδο στην άλλη πόλη της Σαρδηνίας το Sassari, βρίσκονταν ένας περιορισμένος αριθμός Ελλήνων φοιτητών που σπούδαζαν στο εκεί πανεπιστήμιο.
Μεταξύ των λιγοστών Ελλήνων που βρίσκονταν σε εκείνη την πόλη αλλά και μεταξύ των ντόπιων φοιτητών, κυκλοφόρησε η είδηση ότι στις 29 Απριλίου στο Cagliari, θα δίνονταν συναυλία από τον Έλληνα μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη.
Το κλίμα της στρατιωτικής διακυβέρνησης στην Ελλάδα, βάραινε και στους Έλληνες φοιτητές στην Ιταλία, οι οποίοι βρίσκονταν κάτω από μία διακριτική αλλά εμφανή επιτήρηση, από πρόσωπα που υποδύονταν τους φοιτητές, αλλά προφανώς η αποστολή τους ήταν να ανιχνεύουν και να καταγράφουν τους αντιφρονούντες και τις ενέργειες που αμφισβητούσαν την εξουσία του τότε καθεστώτος.
Στο Sassari διαβιούσε, φαινομενικά ως φοιτητής εκείνη την εποχή, ο διαβόητος Βαγγέλης ο οποίος παρά την προσπάθεια του να περνά απαρατήρητος, είχε πολύ έγκαιρα ανιχνευθεί ως εγκάθετος του στρατιωτικού καθεστώτος στην Ελλάδα, εντύπωση που ενίσχυε το παρουσιαστικό του που θύμιζε τον ηθοποιό Δήμο Σταρένιο σε ρόλους καταδότη, αλλά και η απροκάλυπτη συμπεριφορά του, καθώς κρατούσε συνήθως ένα σημειωματάριο στο οποίο πάντα κάτι σημείωνε, παρατηρώντας τριγύρω τους χώρους που σύχναζαν Έλληνες.
Η πρώτη αυθόρμητη σκέψη των Ελλήνων φοιτητών του Sassari, μετά την είδηση της συναυλίας του Θεοδωράκη που θα δίνονταν στο Cagliari, ήταν η αυτονόητη συμμετοχή στο μουσικό γεγονός.
Στη συνέχεια όμως ο ενθουσιασμός υποχώρησε με τον προβληματισμό των συνεπειών που θα είχε μια τέτοια κίνηση, αφού ο Μίκης είχε περάσει στην παρανομία από το τότε καθεστώς των Αθηνών και η μουσική του ήταν απαγορευμένη στην Ελλάδα.
Δεν ήταν δε λίγες οι περιπτώσεις φοιτητών του εξωτερικού που για ανάλογες αφορμές, τους είχε αφαιρεθεί το διαβατήριο κατά την διάρκεια των διακοπών τους ή είχε διακοπεί η αναβολή στράτευσης τους λόγω σπουδών και είχαν κυρηχθεί ανυπότακτοι, με αποτέλεσμα να μη μπορούν να επιστρέψουν στην πατρίδα, χωρίς να διακόψουν τις σπουδές τους.
Η συναυλία όμως του Θεοδωράκη θεωρείτο η σημαντικότερη καλλιτεχνική διοργάνωση της εποχής και ήδη συζητείτο στους φοιτητικούς κύκλους του Sassari, ενώ παρέες φοιτητών μεταξύ των οποίων και ντόπιοι Ιταλοί φίλοι, οργάνωναν την μετακίνηση τους προς το Cagliari.
Όσο πλησίαζε η ημέρα της συναυλίας οι αναστολές και οι φοβίες υποχώρησαν και αντικαταστάθηκαν από προσμονή και ενθουσιασμό.
Ανάμικτες συντροφιές Ελλήνων και Ιταλών φοιτητών από το Sassari, επιβιβάστηκαν σε αυτοκίνητα και ξεκίνησαν με προορισμό το Ρωμαϊκό Αμφιθέατρο του Cagliari, όπου θα δίνονταν η συναυλία.
Τα αυτοκίνητα σταματούσαν σε κάποια απόσταση από το Αμφιθέατρο και η διαδρομή συνεχίζονταν με τα πόδια.
Στην είσοδο του Αμφιθεάτρου περίμενε ο ...διαβόητος Βαγγέλης, ο οποίος με απροκάλυπτο ζήλο, σημείωνε τους Έλληνες που έπεφταν στην αντίληψη του.
Ήταν όμως τόση η αίσθηση της ενθουσιώδους προσμονής για το καλλιτεχνικό γεγονός, αλλά και η περιφρόνηση προς το πρόσωπο του Βαγγέλη, ώστε κανένας δεν του έδινε σημασία.
Η συναυλία υπήρξε ανώτερη κάθε προσδοκίας .
Ο Θεοδωράκης με το επιβλητικό του παράστημα αποθεώθηκε από το ενθουσιώδες κοινό που είχε γεμίσει ασφυκτικά το Ρωμαϊκό Αμφιθέατρο.
Οι τραγουδιστές που τον συνόδευαν, ο Πέτρος Πανδής, η Μαρία Φαραντούρη, ο Αντώνης Καλογιάννης και η Μαρία Δημητριάδη έδωσαν τον καλύτερο τους εαυτό ξεσηκώνοντας μαζί με την ορχήστρα το κοινό, που χειροκρατούσε και επευφημούσε ακατάπαυστα τους καλλιτέχνες.
Ιδιαίτερα όταν γνωστά τραγούδια του Θεοδωράκη ερμηνεύτηκαν στην ιταλική γλώσσα, οι ζητωκραυγές ακούστηκαν σε όλη την περιοχή.
Κορυφαία στιγμή της συναυλίας ήταν η μουσική εκτέλεση του «Ζορμπά» που ξεσήκωσε όλο τον κόσμο σε ένα ατέλειωτο χορό.
Όταν τελείωσε η συναυλία, οι Έλληνες φοιτητές από το Sassari πλησίασαν τον μεγάλο Μίκη για να τον ευχαριστήσουν για τις αλησμόνητες στιγμές που τους χάρισε.
Ο Μίκης ακούγοντας ότι είxαν έλθει από το Sassari, τους συνέστησε να μη αναφέρουν σε ύποπτα πρόσωπα την παρουσία τους στην συναυλία, διότι παντού υπάρχουν πληροφοριοδότες που μπορεί να τους δημιουργήσουν προβλήματα.
Αυτή η παρατήρηση προκάλεσε ένα μειδίαμα στους φοιτητές, οι οποίοι ενημέρωσαν τον Μίκη ότι ο γνωστός πληροφοριοδότης του καθεστώτος των Αθηνών, ήταν ήδη στημένος από νωρίς στην είσοδο του Αμφιθεάτρου και κατέγραφε τους Έλληνες που προσέρχονταν.
Αυτό όμως, παρότι ήταν γνωστό ότι αυτό θα συνέβαινε, δεν επρόκειτο να ανασταλεί η απόφαση τους να προσέλθουν στην συναυλία.
‘Ενα αδιόρατο δάκρυ συγκίνησης φάνηκε τότε στα μάτια του συνθέτη και αφού αγκάλισε σφικτά έναν-έναν όλους τους Έλληνες φοιτητές, τους ευχήθηκε να ξανανταμώσουν ελεύθεροι στην πατρίδα.
Η αίσθηση από εκείνο το αγκάλιασμα παραμένει έντονη παρά τα χρόνια που πέρασαν.
Και καθώς αυτές τις ημέρες η μορφή του Μίκη διατρέχει στα έργα που φιλοτέχνησε ο Μάκης Βαρλάμης, τα οποία εκτίθενται στη Βέροια στα πλαίσια του «Αφιερωματικού Έτους Μίκη Θεοδωράκη», η συγκίνηση από το αγκάλιασμα στο Cagliari το 1972, κυριαρχεί και πάλι.