BANNER ME POS 987x100px

Σύναξη κατηχητών Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας στην Αλεξάνδρεια

Την Κυριακή 4 Ιανουαρίου στον ιερό ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Αλεξανδρείας μετά το τέλος της θείας Λειτουργίας πραγματοποιήθηκε  σύναξη των κατηχητών της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, κατά την οποία μίλησε ο υπεύθυνος του Γραφείου Νεότητας αρχιμ. Διονύσιος Ανθόπουλος και ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων.

Μετά το τέλος της συνάξεως παρετέθη γεύμα και ακολούθησε κοπή βασιλόπιτας στο πνευματικό κέντρο του ναού.

Η ομιλία του σεβασμιοτάτου στη σύναξη των κατηχητών

Πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες εἰσήλθαμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ σέ ἕνα νέο ἔτος. Σέ ἕνα ἔτος πού μᾶς δίδει, ὅπως κάθε νέα ἀρχή, τήν εὐκαιρία νά ἀνανεώσουμε τίς δυνάμεις καί νά ἀναθεωρήσουμε τό μέχρι τώρα ἔργο μας, ὥστε καί ἐμεῖς νά βελτιωνόμαστε καί τό ἔργο νά προάγεται.

Καί αὐτό δέν ἰσχύει μόνο γιά τά ἀτομικά ἔργα τοῦ καθενός ἀπό ἐμᾶς, ἀλλά ἰσχύει καί γιά τό κατηχητικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας στό ὁποῖο διακονοῦμε εἴτε ὡς κατηχητές εἴτε ὡς κυκλάρχες.

Ὁ Θεός μᾶς ἔκανε τήν τιμή νά μᾶς συμπεριλάβει στούς συνεργάτες του. Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει ὅτι ἡ ἐπιλογή μας αὐτή μᾶς ἐπιτρέπει νά ἐφησυχάζουμε ἤ νά θεωροῦμε τόν ἑαυτό μας προνομιοῦχο καί ἀνώτερο ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους.

Ἀσφαλῶς εἶναι προνόμιο νά διακονοῦμε στό ἔργο τοῦ Θεοῦ καί νά συμβάλλουμε καί ἐμεῖς μέ τίς ἀσθενεῖς μας δυνάμεις στή σπορά τοῦ θείου λόγου καί στήν καλλιέργεια τῶν ψυχῶν τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά δέν θά πρέπει νά ξεχνοῦμε ποτέ ὅτι τό προνόμιο αὐτό εἶναι ἕνα τάλαντο πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός, ἕνα τάλαντο πού δέν δικαιούμεθα νά κρύψουμε στή γῆ καί νά τό ἀφήσουμε νά σκουριάζει. Ἀντίθετα ἔχουμε τήν ὑποχρέωση νά τό καλλιεργήσουμε ὥστε νά αὐξηθεῖ καί νά ἀποδώσει περισσότερους καί καλύτερους καρπούς.

Αὐτό εἶναι τό χρέος μας καί αὐτή εἶναι ἡ εὐθύνη μας καί ἐνώπιον τῆς Ἐκκλησίας καί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, διότι διαφορετικά θά εἴμαστε ὑπόλογοι καί ἐκτεθειμένοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅπως συνέβη καί μέ τόν δοῦλο τῆς εὐαγγελικῆς παραβολῆς τῶν ταλάντων, τόν ὁποῖο ἐπέπληξε ὁ κύριός του, διότι κατέκρυψε τό τάλαντο πού τοῦ ἐμπιστεύθηκε καί δέν τό ἀξιοποίησε.

Ἡ ἀξιοποίηση αὐτοῦ τοῦ ταλάντου, αὐτοῦ τοῦ προνομίου πού ἔχουμε λάβει ἀπό τόν Θεό νά διακονοῦμε στό ἔργο του, ἐπιτυγχάνεται μέ δύο τρόπους.

Ὁ πρῶτος τρόπος εἶναι ἡ προσωπική μας πνευματική καλλιέργεια καί πρόοδος.

Πολλές φορές ἔχουμε πεῖ καί τό γνωρίζουμε ὅλοι ὅτι δέν ὑπάρχει καμία πιό εὔγλωττη διδασκαλία ἀπό τό παράδειγμα τῆς ζωῆς μας. Αὐτό σημαίνει ὅτι εἶναι ἐξαιρετικά σπουδαῖο οἱ ἀδελφοί μας, εἴτε αὐτοί εἶναι τά παιδιά καί οἱ νέοι τῶν κατηχητικῶν μας, εἴτε εἶναι οἱ μεγαλύτεροι ἀδελφοί μας πού παρακολουθοῦν τούς κύκλους μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς, νά βλέπουν ὅτι αὐτά πού διδάσκουμε, ὅτι αὐτά πού προσπαθοῦμε νά τούς μεταδώσουμε, προσπαθοῦμε πρῶτα ἐμεῖς οἱ ἴδιοι νά τά ἐφαρμόσουμε καί νά τά ζήσουμε στή ζωή μας.

Μερικές φορές νομίζουμε ὅτι μποροῦμε νά κρύψουμε ἤ νά καλύψουμε τή ζωή μας. Δυστυχῶς ὅμως αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνει, ἀφενός γιατί ὁ κύκλος στόν ὁποῖο ζοῦμε καί κινούμεθα ὅλοι εἶναι περιορισμένος καί τά πάντα γίνονται γνωστά, καί ἀφετέρου διότι τό πρόσωπό μας ἀντικατοπτρίζει καί τή ζωή μας.

Ὅταν προσπαθοῦμε νά ποῦμε κάτι πού ἐμεῖς δέν πιστεύουμε ἀπόλυτα, ὅταν προσπαθοῦμε νά παρακινήσουμε κάποιους νά ζήσουν μέ ἕνα τρόπο διαφορετικό ἀπό αὐτόν μέ τόν ὁποῖο ζοῦμε ἐμεῖς, τότε δέν μποροῦμε νά πείσουμε· τότε φαίνεται αὐτό πού προσπαθοῦμε νά ποῦμε ψεύτικο, πλαστό, καί τό μόνο πού κατορθώνουμε εἶναι νά ἀπογοητεύουμε καί νά ἀποθαρρύνουμε τούς ἀνθρώπους.

Ἄλλωστε δέν πρέπει νά ξεχνοῦμε ὅτι ἡ χριστιανική πίστη καί ἡ ἐν Χριστῷ ζωή δέν εἶναι μία θεωρία, δέν εἶναι μία διδασκαλία, δέν εἶναι μία ἰδεολογία, ἀλλά εἶναι βίωμα, εἶναι ἐμπειρία, εἶναι μετοχή στή λειτουργική καί μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, στή ζωή καί τήν ἐμπειρία τῶν ἁγίων της. Καί ὅλα αὐτά δέν μποροῦν νά διδαχθοῦν, δέν μποροῦν νά μεταδοθοῦν, ἐάν αὐτός πού τά διδάσκει καί προσπαθεῖ νά τά μεταδώσει δέν τά ἔχει ζήσει ὁ ἴδιος ἤ δέν νά ἀγωνίζεται νά τά ζήσει.

Ὁ δεύτερος τρόπος γιά νά ἀξιοποιήσουμε τό τάλαντο τῆς διακονίας πού μᾶς ἔχει ἐμπιστευθεῖ ὁ Θεός εἶναι νά συνειδητοποιήσουμε τήν εὐθύνη πού ἔχουμε ἐνώπιον τοῦ ἔργου πού μᾶς ἀνέθεσε ἡ Ἐκκλησία καί ἔναντι τῶν ψυχῶν τῶν ἀνθρώπων καί ἰδιαιτέρως τῶν παιδιῶν.

Στά μάτια αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων πού παρακολουθοῦν τά κατηχητικά καί τούς κύκλους ἐμεῖς ἐκπροσωποῦμε τήν Ἐκκλησία. Εἴμαστε τό πρόσωπο τῆς Ἐκκλησία. Ἐμᾶς βλέπουν, καί ἀπό τή δική μας στάση καί συμπεριφορά κρίνουν καί τήν Ἐκκλησία. Ἐμᾶς βλέπουν, καί ἀπό τή δική μας στάση μπορεῖ νά σχηματίσουν λανθασμένη ἐντύπωση ἤ καί νά ἀπομακρυνθοῦν ἀπό τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία. Γι᾽αὐτό καί πρέπει νά εἴμαστε ἰδιαιτέρως προσεκτικοί, συγχρόνως ὅμως πρέπει νά μήν τρέφουμε γιά τόν ἑαυτό μας τήν ψευδαίσθηση ὅτι εἴμαστε κάτι σημαντικό, κάτι ἰδιαίτερο, κάτι ἀνώτερο ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους, γιατί τίποτε ἀπό ὅλα αὐτά δέν ἰσχύει.

Πρέπει νά εἴμαστε εὐγνώμονες στόν Θεό πού μᾶς ἔκανε τήν τιμή νά διακονοῦμε, ὅπως εἶπα στό ἔργο του, ἀλλά νά μήν ὑπερηφανευόμαστε γι᾽ αὐτό, διότι ὅταν ὑπερηφανευόμαστε, τότε χάνουμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τό ἔργο μας ἀποτυγχάνει.

Ἄλλωστε ὁ στόχος καί ὁ σκοπός τοῦ κατηχητικοῦ ἔργου στό ὁποῖο ἔχουμε συστρατευθεῖ δέν εἶναι ἡ προβολή τοῦ ἑαυτοῦ μας ἤ ἡ ἀνάδειξή του. Εἶναι ἡ προβολή καί ἡ ἀνάδειξη τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ προσπάθεια νά γνωρίσουμε στούς ἀνθρώπους καί ἰδίως στά παιδιά καί τούς νέους μας τόν Χριστό καί νά τούς βοηθήσουμε νά συνδεθοῦν μέ τόν Χριστό, νά συνδέσουν τή ζωή τους μαζί του, ὄχι μαζί μας.

Αὐτό ἀκριβῶς μᾶς διδάσκει καί τό παράδειγμα τοῦ Τιμίου Προδρόμου πού θά ἑορτάσουμε σέ λίγες ἡμέρες.

Ἄν ἐκεῖνος πού ἦταν τόσο ξεχωριστός, τόσο μεγάλος, ὥστε νά ἐγκωμιάζεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό ὡς «μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν», ἦταν τόσο ταπεινός καί εἶχε τόσο μεγάλη συναίσθηση τῆς διαφορᾶς πού τόν χώριζε ἀπό τόν Χριστό, ἀλλά καί τοῦ γεγονότος ὅτι αὐτός ἦταν ἁπλῶς ἐκεῖνος πού προετοίμαζε τήν ὁδό τοῦ Κυρίου, ἐκεῖνος πού ἦταν ὁ λύχνος ὁ ὁποῖος ἔπρεπε νά δείξει στούς ἀνθρώπους τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, καί δέν δίσταζε νά ὁμολογεῖ ὅτι «ἐκεῖνον», δηλαδή τόν Χριστό, «δεῖ αὐξάνειν, ἐμέ δέ ἐλαττοῦσθαι», κατανοοῦμε, πιστεύω, ποιά θά πρέπει νά εἶναι καί ἡ δική μας στάση ζωῆς.

Ἀφενός θά πρέπει νά ἐργαζόμαστε μέ ταπείνωση στό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας καί ἀφετέρου θά πρέπει νά μᾶς ἐνδιαφέρει ἀποκλειστικά ἡ προβολή τοῦ Χριστοῦ καί ἡ συνάντηση τῶν ἀνθρώπων μαζί του. Ἐμεῖς δέν εἴμαστε τίποτε ἄλλο παρά τό μέσον πού διευκολύνει αὐτή τή συνάντηση. Καί αὐτό δέν θά πρέπει νά τό ξεχνοῦμε.

Οἱ ἄνθρωποι δέν ἔρχονται στόν κύκλο ἤ στό κατηχητικό ἤ στήν Ἐκκλησία γιά ἐμᾶς, ἔρχονται γιά τόν Χριστό. Ἔρχονται, γιατί αὐτόν ἀναζητοῦν καί αὐτόν ἐπιδιώκουν νά συναντήσουν. Ἔρχονται γιατί ὁ Χριστός τούς ἑλκύει καί αὐτός εἶναι τόν ὁποῖο χρειάζονται. Δέν ἔρχονται γιά μᾶς. Δέν ἔρχονται γιατί ἐμεῖς μιλοῦμε εὐχάριστα γιατί τούς ἑλκύουν τά χαρίσματά μας, τούς ἑλκύουν οἱ ἀρετές μας. Καί ἀκόμη καί ἐάν συμβαίνει αὐτό, ἐμεῖς δέν θά πρέπει νά ὑπερηφανευόμαστε γι᾽ αὐτό, γιατί καί αὐτά τά χαρίσματα εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ τά ὁποῖα θά πρέπει νά τά ἀξιοποιοῦμε γιά νά ὁδηγοῦμε τούς ἀνθρώπους στόν Χριστό. Ὄχι γιά νά τούς κρατοῦμε κοντά μας. Ὄχι γιά νά συσκιάζουμε μέ τήν παρουσία μας τήν ἱερή μορφή του. Ἐμεῖς πρέπει νά σβύνουμε, ὅπως ἔλεγε καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, γιά νά αὐξάνει ὁ Χριστός. Ἐμεῖς θά πρέπει νά παραμερίζουμε, γιά νά μποροῦν τά παιδιά καί οἱ νέοι μας νά δοῦν τόν Χριστό, νά τόν πλησιάσουν, νά τόν γνωρίσουν καί νά μείνουν κοντά του γιά ὅλη τους τή ζωή. Γιατί αὐτόν ἔχουν ἀνάγκη στή ζωή τους. Αὐτός εἶναι πού θά μείνει στή ζωή τους. Σ᾽ αὐτόν θά μποροῦν νά ἀκουμπήσουν τήν ψυχή τους καί τή ζωή τους καί μόνο αὐτός μπορεῖ νά τούς χαρίσει τή σωτηρία.

Συχνά βεβαίως οἱ ἄνθρωποι, καί ἰδίως τά παιδιά καί οἱ νέοι, ἑλκύονται ἀπό τήν προσωπικότητα τοῦ κατηχητοῦ ἤ τῆς κατηχήτριας. Τόν θεωροῦν ὡς πρότυπο τῆς ζωῆς τους, τόν θαυμάζουν ἤ τήν θαυμάζουν καί μερικές φορές προσκολλῶνται σ᾽ αὐτούς.

Στίς περιπτώσεις αὐτές θά πρέπει νά εἶστε πολύ προσεκτικοί. Δέν χρειάζονται βίαιες ἐνέργειες, δέν χρειάζεται νά ἀπογοητεύσουμε τά παιδιά, ἀλλά δέν θά πρέπει νά ἀφήνουμε καί τόν ἐγωισμό νά μᾶς καταλάβει καί νά ἀρεσκόμεθα δημιουργῶντας γύρω μας κύκλο ἀνθρώπων ἀφοσιωμένων, ἀνθρώπων πού μᾶς θαυμάζουν, ἀνθρώπων πού κάνουν ὅ,τι τούς λέμε, γιατί αὐτό βλάπτει καί ἐμᾶς καί βλάπτει καί ἐκείνους.

Θά πρέπει πρωτίστως νά ξέρουμε ποιά εἶναι ἡ θέση μας καί ποιά εἶναι τά ὅριά μας, καί θά πρέπει νά τά ὑποδείξουμε μέ καλωσύνη καί εὐπρέπεια καί στά παιδιά ἤ τούς νέους, ὥστε νά κατανοήσουν αὐτό πού εἶπε ὁ Χριστός στήν ἀδελφή τοῦ Λαζάρου, τήν Μάρθα, ὅτι «ἑνός ἐστί χρεία».

Καί αὐτό τό ἕνα εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτόν ἔχουμε ἀνάγκη· ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι τά μέσα πού μᾶς ὁδηγοῦν στόν Χριστό. Ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι οἱ λυχνίες πού φωτίζουν τόν δρόμο μας πρός Ἐκεῖνον.

Αὐτός εἶναι ὁ δικός μας ρόλος. Νά δείχνουμε στούς ἀνθρώπους τόν Χριστό. Αὐτός πρέπει νά εἶναι καί ὁ δικός μας στόχος.

Νά γινόμαστε, μέ τήν προσωπική μας ἄσκηση, μέ τήν προσωπική μας καλλιέργεια, μέ τόν ἀγώνα καί τήν προσπάθειά μας, πιό δυνατά καί καθαρά φῶτα πού θά δείχνουμε στούς ἀνθρώπους τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στόν Χριστό.

Νά γινόμαστε ἐκεῖνοι πού θά βοηθοῦν τούς ἀνθρώπους, θά βοηθοῦν τούς νέους καί τά παιδιά μας νά γνωρίσουν καί νά συναντήσουν τόν Χριστό.

Γιατί μόνο ἔτσι θά ἔχει ἐπιτυχία ἡ προσπάθειά σας, ἡ προσπάθεια ὅλων μας στό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί μόνο ἔτσι θά αἰσθανόμαστε ὅλοι τή χαρά καί τήν ἱκανοποίηση ὅτι ἐργασθήκαμε μέ συνέπεια στό ἔργο πού μᾶς ἀνέθεσε ἡ Ἐκκλησία καί καλλιεργήσαμε τό τάλαντο πού μᾶς ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεός καλῶντας μας νά τόν διακονήσουμε στό κατηχητικό ἔργο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας.

Ἡ συνέχεια εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ, γιατί ἐμεῖς καλούμεθα νά σπείρουμε καί νά ποτίσουμε τόν σπόρο του στίς ψυχές τῶν ἀδελφῶν μας, ἡ δική του ὅμως χάρη καί ἡ δική του ἀγάπη εἶναι αὐτή πού αὐξάνει τό ἔργο μας καί τό κάνει νά καρποφορεῖ πρός δόξαν του.

Μέ βάση αὐτές τίς σκέψεις ἄς ἐξετάσουμε ὅλοι τή διακονία μας στό κατηχητικό ἔργο τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας καί ἄς προσπαθήσουμε τή νέα χρονιά νά ἀνταποκριθοῦμε μέ περισσότερο ζῆλο καί περισσότερη διάθεση στό ἔργο πού σᾶς ἐμπιστεύθηκε ἡ Ἱερά Μητρόπολή μας, στό κατηχητικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μας, στή διακονία τοῦ ἔργου τοῦ Θεοῦ. 

Καί εὔχομαι ὁλόψυχα ἡ νέα χρονιά νά εἶναι γιά ὅλους σας γεμάτη ἀπό τήν εὐλογία καί τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ, καί ἡ χάρη του νά κατευθύνει πάντοτε τή ζωή σας καί νά σᾶς καθοδηγεῖ στό ἔργο σας.