Ελληνοϊταλικός Πόλεμος 1940-1941: Δυσχέρειες του Υγειονομικού Τομέα

Γράφει ο Χρήστος Γώγος

Η είσοδος της χώρας στον πόλεμο, μετά το ιταμό ιταλικό τελεσίγραφο της 28ης Οκτωβρίου 1940, έγινε με επίγνωση των σκληρών δοκιμασιών και ανυπολόγιστων θυσιών στις οποίες θα υποβάλλονταν ο ελληνικός λαός. Η γενική επιστράτευση, που κηρύχτηκε αιφνιδιαστικά, βρήκε την υγειονομική υπηρεσία του στρατεύματος, από πλευράς προπαρασκευής, στο στάδιο της οργάνωσης. Αυτός ήταν και ο λόγος, που στην αρχή, σημειώθηκαν ανωμαλίες και παρατηρήθηκαν αρκετές ελλείψεις στις αποστολές εφοδίων, νοσηλεία και διακομιδές.

Τα στρατιωτικά νοσοκομεία, που αναπτύχθηκαν, εγκαταστάθηκαν κυρίως σε εκπαιδευτικά ιδρύματα με τις συνακόλουθες ελλείψεις σε βοηθητικούς χώρους και εγκαταστάσεις. Τα υλικά προέρχονταν κυρίως από επίταξη και από τις στρατιωτικές αποθήκες και ήταν ανεπαρκή. Σχετικά με το ανώτερο προσωπικό, η πλειονότητα ήταν αξιωματικοί (μόνιμοι και έφεδροι). Το λοιπό ανθρώπινο δυναμικό αποτελούνταν από μόνιμες αδελφές νοσοκόμες, κατώτερο βοηθητικό προσωπικό και νοσοκόμους με στοιχειώδη εκπαίδευση, ενώ οι νοσηλευόμενοι στα νοσοκομεία ήταν περισσότεροι των διατιθέμενων κλινών. Τα οδυνηρά αποτελέσματα που θα προέκυπταν από αυτήν την κατάσταση, ευτυχώς, αποσόβησε ο πατριωτισμός των ελλήνων και η πολύτιμη συνδρομή του Υπουργείου Εθνικής Πρόνοιας και άλλων οργανώσεων.

Η Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών τέθηκε στην εξυπηρέτηση των αναγκών, όχι μόνο της υγειονομικής υπηρεσίας του στρατεύματος, αλλά και των οικογενειών των επίστρατων. Το Ινστιτούτο Παστέρ Αθηνών ενίσχυσε το στράτευμα με κάθε είδους υλικό. Παράλληλα ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός προσέφερε πολύτιμες υπηρεσίες διαθέτοντας χειρουργεία, νοσοκομείο εκστρατείας, νοσοκομείο διακομιδής, το νοσοκομείο στην Αθήνα 250 κλινών, το τμήμα ΕΕΣ στη Θες/νίκη και το Δέμα του Στρατιώτη. Επίσης με τα Σώματα Εθελοντριών Αδελφών Νοσοκόμων προσέφερε τεράστιες υπηρεσίες περίθαλψης και φροντίδας στους μαχητές.

Η κάλυψη του Βορείου Μετώπου γίνονταν από τα Στρατιωτικά Νοσοκομεία Φλώρινας, Θες/νίκης, Βέροιας και Κοζάνης που προϋπήρχαν του πολέμου. Επίσης αναπτύχθηκαν στη Θες/νίκη τρία ακόμη στρατιωτικά νοσοκομεία και ένα στη Νάουσα. Η υγειονομική υποστήριξη του Νότιου μετώπου γινόταν από το στρατιωτικό νοσοκομείο Ιωαννίνων, ενώ οι υγειονομικές ανάγκες στα μετόπισθεν του μετώπου καλύπτονταν από τους υγειονομικούς σχηματισμούς που αναπτύχθηκαν στην Άρτα, Πρέβεζα, Αγρίνιο, Αμφιλοχία, και Μεσολόγγι. Στο μέτωπο της Ηπείρου εκτός από το στρατιωτικό νοσοκομείο Ιωαννίνων αναπτύχθηκαν Ορεινά Χειρουργεία, Νοσηλευτικό Τμήμα και Μοίρα τραυματιοφορέων.

Οι διακομιδές των τραυματιών και ασθενών προς τα Ιωάννινα γίνονταν με τα αυτοκίνητα ανεφοδιασμού ή με υγειονομικά οχήματα. Οι μεταφορές επιτελούνταν με τα χέρια και φορεία, από τους νοσοκόμους και τραυματιοφορείς και με τα κτήνη (ημιόνους) μέχρι των προσιτών σημείων στα αυτοκίνητα. Άλλωστε το οδικό δίκτυο του θεάτρου των επιχειρήσεων ήταν φτωχό. Από το αλβανικό έδαφος τέσσερις αμαξιτές οδοί εισέρχονταν στο ελληνικό έδαφος. Μεταξύ, δε, των εδαφικών περιοχών της Δυτικής Μακεδονίας και της Ηπείρου δεν υπήρχε οδική αρτηρία για επικοινωνία, καθώς παρεμβάλλεται ο ορεινός όγκος του Γράμμου. Βοηθοί στο έργο των τραυματιοφορέων ήρθαν αυτόκλητοι υπερήλικες άνδρες, γυναίκες και μικρά παιδιά από τα χωριά της Πίνδου και εργάστηκαν με απαράμιλλη προθυμία, ηρωισμό και αυταπάρνηση στη διακομιδή των τραυματιών αλλά και στην μεταφορά εφοδίων και πυρομαχικών κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες καιρικές συνθήκες.

Εκτός από τις απώλειες υγείας από τραύματα, υπήρχαν και ασθενείς από νόσους λόγω της βροχής και του χιονιού, ιδιαίτερα στα υψηλότερα εδαφικά διαμερίσματα, που υπέσκαπτε την αντοχή των στρατιωτών. Στη δυσμενή αυτή υγιεινή κατάσταση των μαχητών επέδρασαν πολύ οι πορείες προς το μέτωπο που ήταν σύντονες και κοπιώδεις, τα δε τμήματα αμέσως μετά την άφιξή τους εισέρχονταν στη μάχη.

Επιπλέον δυσμενής παράγοντας των διακομιδών εκτός του ορεινού εδάφους και των καιρικών συνθηκών ήταν η αεροπορία των αντιπάλων. Γι’ αυτό είχε διαταχθεί από το Β΄ Σώμα Στρατού οι διακομιδές να γίνονται νύχτα. Οι λόγοι αυτοί δυσχέραιναν πολύ το έργο της Υγειονομικής Υπηρεσίας για περίθαλψη, χειρουργική επέμβαση και νοσηλεία. Δυσχέρειες που εντάσσονταν στο γενικότερο πλαίσιο των δυσκολιών του μαχόμενου στρατού ως προς την μετακίνηση, τον ιματισμό, την υπόδηση, την προώθηση πυρομαχικών και την τροφή του.

Τα μέσα και τα υλικά διακομιδής στα μετόπισθεν ήταν επαρκή. Αρχικά, υπήρχαν εννέα υγειονομικοί συρμοί και ένα πλωτό νοσοκομείο. Το πλωτό νοσοκομείο “Αττική” είχε προβλεφθεί για διακομιδές από το λιμάνι της Θες/νίκης προς το εσωτερικό. Όμως για το θέατρο των επιχειρήσεων της Ηπείρου ήταν ακατάλληλο μη μπορώντας να προσεγγίσει το στενό λιμάνι της Αμφιλοχίας. Στη συνέχεια οργανώθηκαν σε πλωτά νοσοκομεία άλλα τρία ατμόπλοια, τα “Ελληνίς”, “Σωκράτης”, και “Πολικός”. Στα πλωτά νοσοκομεία οι συνθήκες ήταν εξαίρετες, ενώ στα τραυματιοφόρα πλοία η παροχή νοσηλείας ήταν πλημμελής.

Ο Ελληνικός Στρατός δεν είχε να αγωνιστεί μόνο εναντίον ενός αντιπάλου, που υπερείχε σε ισχύ πυρός αλλά και εναντίον των στοιχείων της φύσης. Το δριμύ ψύχος στα υψηλότερα σημεία άρχισε από τα τέλη Νοεμβρίου 1940 και διήρκησε μέχρι τα τέλη Μαρτίου του 1941. Ενώ χιόνι, στα ορεινά του μετώπου, έπεσε ακόμη και κατά το διάστημα από τις 8 μέχρι 14 Απριλίου 1941. Ο χειμώνας 1940-1941 ήταν ο βαρύτερος των τελευταίων 25 ετών.

Ο ορεινός αγώνας, που διεξήχθητε για μεγάλο χρονικό διάστημα με αυτές τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση κρυοπαγημάτων από τις αρχές του Δεκέμβρη 1940. Ο αριθμός αυτών των περιστατικών αύξανε συνεχώς σε βαθμό που οι απώλειες υγείας από τα κρυοπαγήματα υπερέβαιναν τις απώλειες των τραυματιών.

Διοικητική και υγειονομική μέριμνα λήφθηκε προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτό το θέμα. Κατασκευάστηκαν ειδικές λεπτές βαμβακερές κάλτσες, που φέρονταν πάνω από τις μάλλινες κάλτσες. Κατασκευάστηκαν, επίσης ειδικού τύπου ταινίες από μάλλινο ύφασμα με τις οποίες τυλίγονταν τα πόδια αφού προηγουμένως είχαν αυτά λιπανθεί. Διατάχθηκε η λίπανση των αρβυλών και οι μονάδες εφοδιάστηκαν με μικρά κυτία λίπους ατομικής χρήσης. Η εκατοστιαία αναλογία μεγεθών των αρβυλών τροποποιήθηκε και οι βραχείες περισκελίδες που εμπόδιζαν την κυκλοφορία του αίματος καταργήθηκαν για τους πεζούς στρατιώτες. Ο λαός, οι ορειβατικοί σύλλογοι και άλλες οργανώσεις, μετά από ραδιοφωνική έκκληση, δώρισαν διάφορα είδη κλινοσκεπασμάτων στο μαχόμενο στρατό, με τα οποία καλύφθηκαν, σε μεγάλο ποσοστό, και οι ανάγκες των στρατιωτικών νοσοκομείων.

Για την πρόληψη και θεραπεία των κρυοπαγημάτων, μετά από εισήγηση της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Στρατού, εκδόθηκε διαταγή (υπ. Αριθ. 214624/19-12-1940) του Υπουργείου Στρατιωτικών και του Υπουργείου Πρόνοιας για τη σύγκληση του Ανώτατου Στρατιωτικού Υγειονομικού Συμβουλίου με αντικείμενο την έκδοση οδηγιών και μέτρων για την πρόληψη και αντιμετώπιση των κρυοπαγημάτων.

Για την προφύλαξη της υγείας του στρατού από τις ψείρες αγοράστηκε μεγάλος αριθμός απολυμαντικών κάδων Ρισάρ. Επιπρόσθετα, μεγάλη προσπάθεια και ιδιαίτερη μέριμνα δινόταν στον επαρκή εφοδιασμό των υγειονομικών μονάδων, των λόχων απολυμαντών, των απολυμαντικών συνεργείων και των επιδημιολογικών τμημάτων των σωμάτων του στρατού με απολυμαντικά φάρμακα, εμβόλια και ορούς. Αυτά ήταν τα κύρια όπλα με τα οποία προλαμβάνονταν τα λοιμώδη νοσήματα.

Οι απώλειες υγείας κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο 1940-1941 ήταν μεγάλες. Δυστυχώς τα περισσότερα αρχεία, κατά την αποχώρηση του Ελληνικού Στρατού από τα διάφορα μέτωπα καταστράφηκαν. Από όσα, ωστόσο διασώθηκαν συνάγεται ότι: α) οι μεγαλύτερες απώλειες υγείας σημειώθηκαν κατά τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο 1941 β) οι δυσκολίες από άποψης χώρου και νοσηλευτικών μέσων ήταν ανυπέρβλητες παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες και την εξαντλητική εργασία ολόκληρου του υγειονομικού προσωπικού από του ιατρού και της αδελφής νοσοκόμου μέχρι του οδηγού και του κλιβανέα οπλίτη.

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

”Ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος 940-1941. Η Ιταλική Εισβολή”. ΔΙΣ/ΓΕΣ, 1960
“Η Υγειονομική Υπηρεσία του Στρατού κατά τον Πόλεμο 1940-1941”. ΔΙΣ/ΓΕΣ, 1983
“Ο Ελληνικός Στρατός και η προς πόλεμον προπαρασκευή του” Αλεξ. Παπάγος, 1945

* Ο Χρήστος Γώγος είναι Φυσικοθεραπευτής Γ.Ν.Βέροιας και Υπ. Διδάκτωρ ΑΠΘ